Το άρθρο είναι της ΛΙΝΑΣ ΓΙΑΝΝΑΡΟΥ στο ΟΙΚΟ της Καθημερηνή στις 12-9-2009
Στις αρχές Αυγούστου του 2009, μια έρευνα της Βρετανικής Υπηρεσίας Διατροφικών Προτύπων προκάλεσε αναστάτωση και προβληματισμό όταν υποστήριξε ότι τα βιολογικά προϊόντα δεν προσφέρουν τίποτα παραπάνω από τα συμβατικά. Ισχύει όμως κάτι τέτοιο; Το ΟΙΚΟ, με τη βοήθεια του επίκουρου καθηγητή Βιολογικής Γεωργίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Δημήτρη Μπιλάλη, παρουσιάζει ένα προς ένα τα «μυστήρια» κενά της επίμαχης έρευνας.
Σύμφωνα με τους επικριτές της -και είναι πολλοί-, η έρευνα δεν είναι πρωτογενής, αλλά συγκρίνει τα ευρήματα μελετών σχετικά με τη διατροφική αξία βιολογικών και συμβατικών προϊόντων από τη δεκαετία του '50 έως και σήμερα. Η επίμαχη έρευνα, μάλιστα, προβλήθηκε ως η «πρώτη και μεγαλύτερη μελέτη επιστημονικών κειμένων που έχουν δημοσιευθεί τα τελευταία πενήντα χρόνια», καταλήγοντας στο συμπέρασμα πως οι διαφορές που εντοπίζονται μεταξύ των δύο ομάδων τροφίμων δεν είναι επαρκείς για να προκαλέσουν διαφορά στην υγεία ενός ανθρώπου. Ούτε λίγο ούτε πολύ, δηλαδή, οι ερευνητές διεμήνυσαν χαιρέκακα στους ανά τον κόσμο βιοκαταναλωτές ότι... τόσο καιρό χρυσοπληρώνουν τα βιολογικά τρόφιμα χωρίς ουσιαστικό λόγο.
Αντικρουόμενες απόψεις
Πολλά κενά και ασάφειες
Αναλυτικά:
Αυτό ωστόσο αγνοήθηκε από τους ερευνητές. Πλην αυτού, όπως επισημαίνει ο κ. Μπιλάλης, πέρα από τα αγροχημικά, οι ερευνητές δεν εξέτασαν και μια σειρά από άλλα ποιοτικά χαρακτηριστικά των τροφίμων, όπως τα αντιοξειδωτικά που σχετίζονται με αντικαρκινικές δράσεις.
Ακόμη, φαίνεται πως αγνοήθηκαν εξ ολοκλήρου από την ερευνητική ομάδα άλλα στοιχεία των βιολογικών προϊόντων, όπως το γεγονός ότι είναι φιλικά προς το περιβάλλον («και, ως γνωστόν, υγιές περιβάλλον σημαίνει υγιείς άνθρωποι», όπως λέει ο κ. Μπιλάλης) ή το γεγονός ότι καταναλώνουν λιγότερους πόρους (νερό, ενέργεια κ.λπ.). «Εννοείται ότι δεν αξιολογήθηκαν τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά των προϊόντων, λες και τα προϊόντα δεν πρέπει να έχουν γεύση και οσμή!»
• Εντύπωση έχει προκαλέσει επίσης το γεγονός ότι η επισκόπηση αυτή της βιβλιογραφίας ξεκίνησε από το 1958, όταν η παραγωγή των βιολογικών προϊόντων ήταν σχεδόν ανύπαρκτη, ενώ δεν υπήρχε καν η σχετική νομοθεσία. «Γενικά, όταν μελετάς εργασίες, επιλέγεις τις πιο πρόσφατες. Ειδικά για τα βιολογικά προϊόντα, νόημα θα είχε να εξεταστούν οι έρευνες από το 2004 έως σήμερα, μια και μόλις πρόσφατα υπάρχουν τα τεχνολογικά εργαλεία για την πλήρη εξέτασή τους». Επιπλέον, οι περισσότερες από τις παλαιές έρευνες -όπως επισημαίνει στην κριτική του και το φημισμένο βρετανικό ερευνητικό κέντρο Organic Center- αφορούσαν φυτά που δεν καλλιεργούνται πια.
Μεροληπτική παρουσίαση
Από το Φεβρουάριο του 2008 (ημερομηνία που σταματά η έρευνα) έχουν δημοσιευθεί πάνω από δεκαπέντε μελέτες που πιστοποιούν την υπεροχή των βιολογικών έναντι των συμβατικών σε όλες τις παραμέτρους και κυρίως στο θέμα του αζώτου, της βιταμίνης C, των φαινολών και της συνολικής αντιοξειδωτικής ικανότητας. Αυτές δεν ελήφθησαν υπόψη.
Ενδιαφέρον έχει επίσης το γεγονός ότι η αναφορά στηρίχθηκε σε ερευνητικά συγγράμματα γραμμένα κατ' αποκλειστικότητα στα αγγλικά και άρα αξιοποιήθηκαν τα αποτελέσματα μόνο των μισών σχετικών ερευνών που έχουν γίνει αυτό το διάστημα.
Το ερώτημα φυσικά είναι... γιατί. «Η απάντηση είναι απλή», λέει ο κ. Μπιλάλης. «Παρά την οικονομική κρίση, ο ρυθμός μείωσης της κατανάλωσης στα βιολογικά είναι σημαντικά χαμηλότερος από εκείνον στα συμβατικά (σ.σ. ο παγκόσμιος τζίρος της οποίας έφτασε το 2007 τα 48 δισ. δολάρια). Με λίγα λόγια, η αγορά ανθεί, και αυτό γιατί η παγκοσμιοποίηση έχει οδηγήσει σε πιο ευαίσθητους καταναλωτές οι οποίοι στρέφονται στα βιολογικά. Ε, αυτό προφανώς ενοχλεί».
ΤΑ ΟΦΕΛΗ ΤΩΝ ΒΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ Ε.Ε.
Το «αντίπαλον δέος» στην έρευνα της Υπηρεσίας Διατροφικών Προτύπων της Μ. Βρετανίας είναι έρευνα της Ε.Ε. που δημοσιεύτηκε τον περασμένο Απρίλιο και στην οποία συμμετείχαν 33 πανεπιστημιακά ιδρύματα από όλη την Ευρώπη. Τι είχε δείξει;
• Στα βιολογικά δημητριακά παρατηρούνται μεγαλύτερες ποσότητες βιταμινών σε σχέση με τα συμβατικά προϊόντα.
• Τα βιολογικά φρούτα και λαχανικά περιέχουν 40% περισσότερα αντιοξειδωτικά από τα συμβατικά.
• Το επίπεδο των αντιοξειδωτικών στο γάλα που παρήχθη βιολογικά ήταν κατά 90% υψηλότερο από το συμβατικό γάλα.
• Το επίπεδο των αντιοξειδωτικών στα βιολογικά λαχανικά ήταν κατά 40% υψηλότερο (όπως μάλιστα διαπιστώθηκε από βιολογικές ντομάτες που καλλιεργήθηκαν στην Ελλάδα).
Στο «οπλοστάσιο» όσων υποστηρίζουν τη βιολογική γεωργία έναντι της συμβατικής βρίσκεται όμως και μια άλλη έρευνα που ολοκληρώθηκε πέρυσι από το βρετανικό Organic Center. Μεταξύ άλλων, έπειτα από σύγκριση 25 ζευγαριών βιολογικών και συμβατικών καλλιεργειών (δηλαδή ελέγχθησαν καλλιέργειες που βρίσκονται κοντά γεωγραφικά, έχουν τον ίδιο τύπο χώματος κ.ο.κ.) βρέθηκε ότι στις 18 από τις 25 περιπτώσεις τα επίπεδα φαινολών ήταν σημαντικά υψηλότερα στα βιολογικά. Μάλιστα, στις πέντε περιπτώσεις, η διαφορά ξεπερνούσε το 20%. Αντίστοιχα, στα επτά από τα οκτώ ζευγάρια καλλιεργειών που ελέγχθησαν για τη συνολική αντιοξειδωτική τους ικανότητα, «κέρδισαν» και πάλι τα βιολογικά.
διαβάστε εδώ το άρθο στο ΟΙΚΟ της Καθημερινής στις 12-9-2009
Στις αρχές Αυγούστου του 2009, μια έρευνα της Βρετανικής Υπηρεσίας Διατροφικών Προτύπων προκάλεσε αναστάτωση και προβληματισμό όταν υποστήριξε ότι τα βιολογικά προϊόντα δεν προσφέρουν τίποτα παραπάνω από τα συμβατικά. Ισχύει όμως κάτι τέτοιο; Το ΟΙΚΟ, με τη βοήθεια του επίκουρου καθηγητή Βιολογικής Γεωργίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Δημήτρη Μπιλάλη, παρουσιάζει ένα προς ένα τα «μυστήρια» κενά της επίμαχης έρευνας.
Τα βιολογικά προϊόντα παρέχουν τα ίδια οφέλη με τα συμβατικά». Με αυτόν ή κάποιον παρεμφερή τίτλο κυκλοφόρησαν οι εφημερίδες και τα ειδησεογραφικά sites σε όλο τον κόσμο στις αρχές Αυγούστου, παραθέτοντας τα ευρήματα μιας αμφιλεγόμενης έρευνας της Bρετανικής Υπηρεσίας Διατροφικών Προτύπων. Η έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο έγκυρο ιατρικό αμερικανικό περιοδικό για θέματα διατροφής American Journal of Clinical Nutrition, όπως ήταν φυσικό, προκάλεσε διεθνώς πληθώρα αντιδράσεων.
Σύμφωνα με τους επικριτές της -και είναι πολλοί-, η έρευνα δεν είναι πρωτογενής, αλλά συγκρίνει τα ευρήματα μελετών σχετικά με τη διατροφική αξία βιολογικών και συμβατικών προϊόντων από τη δεκαετία του '50 έως και σήμερα. Η επίμαχη έρευνα, μάλιστα, προβλήθηκε ως η «πρώτη και μεγαλύτερη μελέτη επιστημονικών κειμένων που έχουν δημοσιευθεί τα τελευταία πενήντα χρόνια», καταλήγοντας στο συμπέρασμα πως οι διαφορές που εντοπίζονται μεταξύ των δύο ομάδων τροφίμων δεν είναι επαρκείς για να προκαλέσουν διαφορά στην υγεία ενός ανθρώπου. Ούτε λίγο ούτε πολύ, δηλαδή, οι ερευνητές διεμήνυσαν χαιρέκακα στους ανά τον κόσμο βιοκαταναλωτές ότι... τόσο καιρό χρυσοπληρώνουν τα βιολογικά τρόφιμα χωρίς ουσιαστικό λόγο.
Αντικρουόμενες απόψεις
Δεν ήταν βέβαια ανάγκη να παρακολουθήσει κανείς την αντιπαράθεση που ξεσήκωσε η παραπάνω είδηση (που συνεχίζεται κυρίως σε ηλεκτρονικά φόρουμ) ανάμεσα σε επιστήμονες, οργανώσεις και καταναλωτές, για να υποψιαστεί ότι κάτι περίεργο συμβαίνει στο... (Ηνωμένο) βασίλειο της Δανιμαρκίας. Και πράγματι, η έρευνα που χαρακτηρίστηκε ακόμη και ως «το μεγαλύτερο πλήγμα για τη βιομηχανία των βιολογικών τροφίμων» φαίνεται ότι, σαν μπούμερανγκ, έπληξε ακόμη περισσότερο την αξιοπιστία των κρατικών ερευνητικών κέντρων.
Οπως προκύπτει, η επίμαχη μελέτη, η οποία διενεργήθηκε από ομάδα της Σχολής Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου, ήταν... επιμελώς ατημέλητη, αφήνοντας έξω από το πεδίο του ενδιαφέροντός της μια σειρά από κρίσιμους παράγοντες, με πρώτο και κύριο τα φυτοφάρμακα!
Πολλά κενά και ασάφειες
Το ΟΙΚΟ, με τη βοήθεια του επίκουρου καθηγητή Βιολογικής Γεωργίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών και ιδρυτικού μέλους της ISOFAR «International Society of Organic Agriculture Research», κ. Δημήτρη Μπιλάλη, ο οποίος έχει μελετήσει ενδελεχώς τη συγκεκριμένη έρευνα, παρουσιάζει σήμερα ένα προς ένα τα «μυστήρια» κενά της.
Αναλυτικά:
• Η έρευνα δεν εξετάζει την περιεκτικότητα των τροφίμων σε αγροχημικά! Σύμφωνα με τον κ. Μπιλάλη, αυτό είναι αξιοπερίεργο, μια και τα ίχνη φυτοφαρμάκων στα τρόφιμα σχετίζονται με την υγιεινή των τροφίμων πολύ περισσότερο από τα στοιχεία τα οποία εξετάστηκαν. Σε αυτό επικεντρώθηκε η κριτική που άσκησε η διεθνής επιστημονική κοινότητα στη μελέτη, καθώς, ως γνωστόν, τα υπολείμματα αγροχημικών ενοχοποιούνται για μια σειρά από βλάβες στην υγεία. Η Υπηρεσία Διατροφικών Προτύπων, μάλιστα, αναγκάστηκε να εκδώσει διευκρινιστική ανακοίνωση, στην οποία αναφέρεται ότι τα παρασιτοκτόνα αποκλείστηκαν σκοπίμως από την εργασία, καθώς «η χρήση τους είτε στη βιολογική είτε στη συμβατική γεωργία δεν επιφέρει ζημιά στην ανθρώπινη υγεία, ενώ βοηθούν να εξασφαλιστεί η επαρκής διάθεση τροφίμων καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου».
Η έρευνα εστίασε σε δεκατρείς επιμέρους κατηγορίες θρεπτικών ουσιών. Από αυτές, εντόπισε στατιστικά σημαντικές διαφορές σε τρεις κατηγορίες (άζωτο, φώσφορος και ογκομετρούμενα οξέα). Και στις τρεις περιπτώσεις, η σύγκριση ευνόησε τα βιολογικά προϊόντα. Το άζωτο, συγκεκριμένα, ήταν υψηλότερο στα συμβατικά (το άζωτο έχει συνδεθεί με κάποιες μορφές καρκίνου), ενώ τα άλλα δύο, που θεωρούνται ευεργετικά για τον άνθρωπο, βρέθηκαν υψηλότερα στα βιολογικά.
Αυτό ωστόσο αγνοήθηκε από τους ερευνητές. Πλην αυτού, όπως επισημαίνει ο κ. Μπιλάλης, πέρα από τα αγροχημικά, οι ερευνητές δεν εξέτασαν και μια σειρά από άλλα ποιοτικά χαρακτηριστικά των τροφίμων, όπως τα αντιοξειδωτικά που σχετίζονται με αντικαρκινικές δράσεις.
Ακόμη, φαίνεται πως αγνοήθηκαν εξ ολοκλήρου από την ερευνητική ομάδα άλλα στοιχεία των βιολογικών προϊόντων, όπως το γεγονός ότι είναι φιλικά προς το περιβάλλον («και, ως γνωστόν, υγιές περιβάλλον σημαίνει υγιείς άνθρωποι», όπως λέει ο κ. Μπιλάλης) ή το γεγονός ότι καταναλώνουν λιγότερους πόρους (νερό, ενέργεια κ.λπ.). «Εννοείται ότι δεν αξιολογήθηκαν τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά των προϊόντων, λες και τα προϊόντα δεν πρέπει να έχουν γεύση και οσμή!»
• Εντύπωση έχει προκαλέσει επίσης το γεγονός ότι η επισκόπηση αυτή της βιβλιογραφίας ξεκίνησε από το 1958, όταν η παραγωγή των βιολογικών προϊόντων ήταν σχεδόν ανύπαρκτη, ενώ δεν υπήρχε καν η σχετική νομοθεσία. «Γενικά, όταν μελετάς εργασίες, επιλέγεις τις πιο πρόσφατες. Ειδικά για τα βιολογικά προϊόντα, νόημα θα είχε να εξεταστούν οι έρευνες από το 2004 έως σήμερα, μια και μόλις πρόσφατα υπάρχουν τα τεχνολογικά εργαλεία για την πλήρη εξέτασή τους». Επιπλέον, οι περισσότερες από τις παλαιές έρευνες -όπως επισημαίνει στην κριτική του και το φημισμένο βρετανικό ερευνητικό κέντρο Organic Center- αφορούσαν φυτά που δεν καλλιεργούνται πια.
Μεροληπτική παρουσίαση
Από το Φεβρουάριο του 2008 (ημερομηνία που σταματά η έρευνα) έχουν δημοσιευθεί πάνω από δεκαπέντε μελέτες που πιστοποιούν την υπεροχή των βιολογικών έναντι των συμβατικών σε όλες τις παραμέτρους και κυρίως στο θέμα του αζώτου, της βιταμίνης C, των φαινολών και της συνολικής αντιοξειδωτικής ικανότητας. Αυτές δεν ελήφθησαν υπόψη.
Ενδιαφέρον έχει επίσης το γεγονός ότι η αναφορά στηρίχθηκε σε ερευνητικά συγγράμματα γραμμένα κατ' αποκλειστικότητα στα αγγλικά και άρα αξιοποιήθηκαν τα αποτελέσματα μόνο των μισών σχετικών ερευνών που έχουν γίνει αυτό το διάστημα.
Το ερώτημα φυσικά είναι... γιατί. «Η απάντηση είναι απλή», λέει ο κ. Μπιλάλης. «Παρά την οικονομική κρίση, ο ρυθμός μείωσης της κατανάλωσης στα βιολογικά είναι σημαντικά χαμηλότερος από εκείνον στα συμβατικά (σ.σ. ο παγκόσμιος τζίρος της οποίας έφτασε το 2007 τα 48 δισ. δολάρια). Με λίγα λόγια, η αγορά ανθεί, και αυτό γιατί η παγκοσμιοποίηση έχει οδηγήσει σε πιο ευαίσθητους καταναλωτές οι οποίοι στρέφονται στα βιολογικά. Ε, αυτό προφανώς ενοχλεί».
ΤΑ ΟΦΕΛΗ ΤΩΝ ΒΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ Ε.Ε.
Το «αντίπαλον δέος» στην έρευνα της Υπηρεσίας Διατροφικών Προτύπων της Μ. Βρετανίας είναι έρευνα της Ε.Ε. που δημοσιεύτηκε τον περασμένο Απρίλιο και στην οποία συμμετείχαν 33 πανεπιστημιακά ιδρύματα από όλη την Ευρώπη. Τι είχε δείξει;
• Στα βιολογικά δημητριακά παρατηρούνται μεγαλύτερες ποσότητες βιταμινών σε σχέση με τα συμβατικά προϊόντα.
• Τα βιολογικά φρούτα και λαχανικά περιέχουν 40% περισσότερα αντιοξειδωτικά από τα συμβατικά.
• Το επίπεδο των αντιοξειδωτικών στο γάλα που παρήχθη βιολογικά ήταν κατά 90% υψηλότερο από το συμβατικό γάλα.
• Το επίπεδο των αντιοξειδωτικών στα βιολογικά λαχανικά ήταν κατά 40% υψηλότερο (όπως μάλιστα διαπιστώθηκε από βιολογικές ντομάτες που καλλιεργήθηκαν στην Ελλάδα).
Στο «οπλοστάσιο» όσων υποστηρίζουν τη βιολογική γεωργία έναντι της συμβατικής βρίσκεται όμως και μια άλλη έρευνα που ολοκληρώθηκε πέρυσι από το βρετανικό Organic Center. Μεταξύ άλλων, έπειτα από σύγκριση 25 ζευγαριών βιολογικών και συμβατικών καλλιεργειών (δηλαδή ελέγχθησαν καλλιέργειες που βρίσκονται κοντά γεωγραφικά, έχουν τον ίδιο τύπο χώματος κ.ο.κ.) βρέθηκε ότι στις 18 από τις 25 περιπτώσεις τα επίπεδα φαινολών ήταν σημαντικά υψηλότερα στα βιολογικά. Μάλιστα, στις πέντε περιπτώσεις, η διαφορά ξεπερνούσε το 20%. Αντίστοιχα, στα επτά από τα οκτώ ζευγάρια καλλιεργειών που ελέγχθησαν για τη συνολική αντιοξειδωτική τους ικανότητα, «κέρδισαν» και πάλι τα βιολογικά.
διαβάστε εδώ το άρθο στο ΟΙΚΟ της Καθημερινής στις 12-9-2009